Εισαγωγή

Η κωμόπολη του Καραβά βρίσκεται στα βόρεια παράλια της Κύπρου στην κατεχόμενη επαρχία της Κερύνειας. Οι τέσσερις περίπου χιλιάδες κάτοικοι της κωμόπολης αναγκάστηκαν το 1974 να εγκαταλείψουν τα σπίτια και τις περιουσίες τους λόγω των τραγικών γεγονότων που προκάλεσε η τούρκικη εισβολή.

Ο εκτοπισμένος Δήμος του Καραβά λειτουργεί στις ελεύθερες περιοχές της Κύπρου με έδρα τη Λευκωσία. Βασικοί στόχοι της αποστολής του Δήμου Καραβά είναι η σύσφιγξη των σχέσεων μεταξύ των σκορπισμένων Καραβιωτών, η προβολή της ιστορίας και του πολιτισμού της περιοχής, καθώς και η ενίσχυση των προσπαθειών για εξεύρεση μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης, όπου οι Καραβιώτες και όλοι οι πρόσφυγες μας θα μπορούν να επιστρέψουν στις πατρογονικές τους εστίες σε συνθήκες ελευθερίας και αξιοπρέπειας με κατοχυρωμένα όλα τα ανθρώπινα δικαιώματά τους

Στην περιοχή του Καραβά υπήρχε συνεχής κατοίκηση από την προϊστορική εποχή. Λείψανα της Νεολιθικής εποχής εντοπίστηκαν στην τοποθεσία «Γύρισμα» στην Πάνω Γειτονιά του Καραβά και σε άλλες περιοχές ανακαλύφθηκαν αγγεία Γεωμετρικής και Αρχαϊκής εποχής.

Μέσα στα δημοτικά όρια του Καραβά, σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα, στην περιοχή “Καταλύματα”, βρίσκεται η ακρόπολη της Λάμπουσας, μιας πόλης που άκμασε από την Κλασική ως την Πρωτοβυζαντινή περίοδο και καταστράφηκε από τις Αραβικές επιδρομές τον 7ο αιώνα μ.Χ.  Χαρακτηριστικά δείγματα του πλούτου της, είναι οι θησαυροί της Λάμπουσας, που βρέθηκαν εκεί και περιλαμβάνουν κοσμήματα, εκκλησιαστικά σκεύη και ασημένια κουτάλια. Σημαντικότερο εύρημα είναι μια σειρά από εννιά ασημένιους δίσκους που έχουν ανάγλυφες παραστάσεις από τη ζωή του Δαβίδ. Πολλά αντικείμενα από τους θησαυρούς της Λάμπουσας εκτίθενται στο Κυπριακό Μουσείο, στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, το Βρετανικό Μουσείο και σε άλλα μεγάλα Μουσεία.

Τη μεσαιωνική εποχή [14ος– 15ος αι.] αναφέρεται οικισμός με το όνομα Πραστειό του Καραβά [Prastio di Caravo], στον οποίο ανήκε η μονή της Αχειροποιήτου.

Ο πρώτος θησαυρός βρέθηκε στα τελευταία χρόνια του 19 ου αιώνα και αγοράστηκε, τουλάχιστον το πιο μεγάλο μέρος του, από το Βρεταννικό Μουσείο το 1899. Ο θησαυρός αυτός περιλαμβάνει : ένα ασημένιο θυμιατό διακοσμημένο με τις μορφές του Χριστού, της Παναγίας και των Αποστόλων Πέτρου, Παύλου, Ιωάννη και Ιακώβου, ένα μεγάλο βαθύ δίσκο, ένα μικρότερο δίσκο και αριθμό ασημένιων κουταλιών από τα οποία 24, με διάφορες παραστάσεις βρίσκονται στο Βρεττανικό Μουσείο.

Σύμφωνα με πληροφορίες, στον πρώτο θησαυρό της Λάμπουσας συμπεριλαμβάνονται ακόμα 12 ασημένια κουταλάκια για τα οποία δεν υπάρχουν στοιχεία που βρίσκονται σήμερα.

Ο άλλος δίσκος έχει διάμετρο 26.9 εκ. Στο κέντρο του υπάρχει κυκλική εγχάρακτη ζώνη με φυτικό βλαστό που περικλείει σταυρό με τεχνική niello.Ο πιο μικρός από τους δύο δίσκους του πρώτου θησαυρού της Λάμπουσας έχει διάμετρο 24.5 εκ. και έχει τη μορφή λεκάνης, αφού έχει βάθος που φτάνει τα 7.8. εκ. Η περιφέρεια του δίσκου είναι διακοσμημένη με πλατιά έκτυπη ταινία που αποτελείται από δύο κύκλους με ασπιδόμορφα κοσμήματα ή ανθέμια. Στο κέντρο πλατιά εγχάρακτη ζώνη με φυτικό βλαστό περικλείει τη μορφή μάρτυρα Αγίου, που συνήθως αναγνωρίζεται σαν ο Άγιος Σέργιος.

Στην τεχνική niello το σχέδιο είναι χαραγμένο πάνω σε χρυσό ή ασήμι. Πρώτα χαράζεται και σκαλίζεται το σχέδιο με ένα αιχμηρό εργαλείο. Μετά χύνεται πάνω στην πλάκα από χρυσό ή ασήμι ένα μείγμα από μόλυβδο, άργυρο, χαλκό, θειάφι και βόρακα που έχει μαύρο χρώμα, γι’ αυτό και ονομάζεται niello από το λατινικό nigellum . Στη συνέχεια η πλάκα τοποθετείται πάνω στη φωτιά, το niello λιώνει κι απλώνεται στα σκαλίσματα. Όταν η πλάκα κρυώσει, αφαιρείται το περιττό υλικό του κράματος με διάφορες ξύστρες.

Ο δίσκος με τη μορφή του Αγίου Σεργίου κατασκευάστηκε, όπως φαίνεται από τις σφραγίδες, επί Κωνσταντίνου του Γ’ μεταξύ 641-651 μ.Χ., ενώ ο άλλος δίσκος επί αυτοκράτορα Τιβερίου μεταξύ 578 – 582 μ.Χ.

Ο δεύτερος θησαυρός ανακαλύφθηκε το 1902 ή κατά την τοπική εκδοχή το Φεβράρη του 1902 στην ακρόπολη της Λάμπουσας γνωστή ως «Τρουλλιά», είναι δε σπουδαιότερος και μεγαλύτερος του πρώτου.

Δυστυχώς μόνο ένα μέρος του θησαυρού κατασχέθηκε από την Αστυνομία και παραδόθηκε στο Κυπριακό Μουσείο. Το μεγαλύτερο μέρος φυγαδεύτηκε από την Κύπρο και τα περισσότερα τεμάχια αγοράστηκαν το 1906 στο Παρίσι από τον John Pierpont Morgan , ο οποίος στη συνέχεια δάνεισε τα αντικείμενα στο Victoria & Albert Museum στο Λονδίνο, όπου οργανώθηκε έκθεση για το κοινό. Το 1917 ο γιος του Pierpont Morgan δώρισε το θησαυρό στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης. Ο θησαυρός αποτελείται από 9 ασημένιους δίσκους, οι οποίοι φέρουν ανάγλυφες παραστάσεις από τη ζωή του Δαβίδ, 5 ασημένιους δίσκους με διάφορα μονογράμματα στο κέντρο, καθώς επίσης και χρυσά αντικείμενα, όπως χρυσά μετάλλια, χρυσά περιδέραια, βραχιόλια, σκουλαρίκια και χρυσούς σταυρούς. Μερικά άλλα αντικείμενα του θησαυρού πωλήθηκαν μεμονωμένα, όπως το χρυσό εγκόλπιο που βρίσκεται τώρα στη συλλογή του Dumbarton Oaks στην Washington .

Όλοι οι δίσκοι με παραστάσεις από τη ζωή του Δαβίδ φέρουν σφραγίδες με τη μορφή του αυτοκράτορα Ηράκλειου, το μονόγραμμα του, το μονόγραμμα του comes sacrarum largitionum Θεοδώρου και τα ονόματα Θεόχριστος, Κομιτάς, Σχολαστίκις και Κοσμάς που ανήκουν στους λειτουργούς που σφράγισαν το ασήμι. Έτσι οι δίσκοι με σκηνές από τη ζωή του Δαβίδ μπορούν να χρονολογηθούν μεταξύ των ετών 613 και 630 μ.Χ.

Δίσκοι που φυλάγονται στο Κυπριακό Μουσείο

Στο Κυπριακό Μουσείο, που βρίσκεται στη Λεωφόρο Μουσών αρ. 1, λίγα μέτρα από την πράσινη γραμμή βρίσκονται συνολικά πέντε δίσκοι από το δεύτερο θησαυρό της Λάμπουσας. Οι τρεις είναι διακοσμημένοι με παραστάσεις από τη ζωή του Δαβίδ εμπνευσμένες από την Παλαιά Διαθήκη και οι άλλοι δύο δίσκοι φέρουν μονογράμματα στο κέντρο. Στη συνέχεια δίνεται μια σύντομη περιγραφεί των δίσκων αυτών.

  1. Δίσκος με διάμετρο 14 εκ. (φωτ. Αρ.1). Στο δίσκο αυτό εικονίζεται ο Δαβίδ καθισμένος σε βράχο με τη λύρα στο αριστερό χέρι να δέχεται τον απεσταλμένο του Σαμουήλ (Α’ Βασιλ. Ιστ’, 11-12). Στο κάτω μέρος εικονίζονται δύο πρόβατα και φυτικοί βλαστοί στο τοπίο, ενώ στο πάνω μέρος ο ουρανός με τον ήλιο, το φεγγάρι και τα αστέρια. Η σύνθεση θυμίζει μυθολογική παράσταση του μουσικού Ορφέα.
  2. Δίσκος με διάμετρο 14 εκ. (Φωτ. Αρ. 2). Στο δίσκο αυτό εικονίζεται ο Δαβίδ με το αριστερό γόνατο στη ράχη αρκούδας, την οποία έχει αρπάξει από το κεφάλι με το αριστερό χέρι και ετοιμάζεται να τη σκοτώσει με το ρόπαλο που κρατεί στο δεξί χέρι. Στ’ αριστερά γεμίζει το κενό ένα δέντρο (Α’ Βασιλ. 12, 36). Η παράσταση θυμίζει τον πρώτο άθλο του Ηρακλή με το λιοντάρι της Νεμέας.
  3. Δίσκος με διάμετρο 26.8 εκ. (Φωτ. Αρ. 3). Στο δίσκο αυτό εικονίζεται ο γάμος του Δαβίδ με την κόρη του Σαμουήλ Μελχόλ (Α’ Βασιλ. ΙΗ, 20 – 29). Η σκηνή εικονίζεται μπροστά από κλασικό προπύλαιο. Στο κέντρο εικονίζεται ο Σαούλ και σε πρώτο πλάνο ο Δαβίδ να κρατά το χέρι της Μελχόλ. Στα άκρα εικονίζονται δύο νέοι να παίζουν αυλό. Στο κάτω μέρος φαίνεται ένα καλάθι με φρούτα και δύο «πουγγιά» τα οποία συμβολίζουν την ευλογία.
  4. Δίσκος με διάμετρο 44 εκ. (Φωτ. Αρ. 4). Στο κέντρο του δίσκου υπάρχει εγχάρακτη κυκλική διακοσμητική ταινία με φυτικό βλαστό που περιβάλλει σταυρόσχημα μονόγραμμα που μπορεί να διαβαστεί ΙΩΑΝΝΟΥ ή ΑΝΤΩΝΙΟΥ με τεχνική niello . Η αυτοκρατορική σφραγίδα είναι του Αυτοκράτορα Φωκά και επομένως ο δίσκος κατασκευάστηκε μεταξύ 602 – 610 μ.Χ.
  5. Δίσκος με διάμετρο 36 εκ. (Φωτ. Αρ. 5). Ο δίσκος αυτός είναι διακοσμημένος με επίχρυσους κύκλους με εγχάρακτο φυτικό βλαστό που περιβάλλει κυκλικό σταυρό κατασκευασμένο με τεχνική niello . Ο δίσκος αυτός έγινε επί αυτοκράτορα Ηράκλειου, όπως φαίνεται από τις σφραγίδες, μεταξύ 613 – 630 μ.Χ.
Δίσκοι που φυλάγονται σε Μουσεία του εξωτερικού

Από το δεύτερο θησαυρό της Λάμπουσας έξι δίσκοι με σκηνές από τη ζωή του Δαβίδ, όπως και τρεις άλλοι με σταυρικά μονογράμματα, βρίσκονται σε διάφορα μουσεία των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής.

Οι έξι δίσκοι με παραστάσεις από τη ζωή του Δαβίδ βρίσκονται στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης. Οι τρεις ασημένιοι δίσκοι με μονογράμματα βρίσκονται στα μουσεία που αναφέρονται πιο κάτω :

Ο πρώτος δίσκος, με διάμετρο 13.4 εκ., βρίσκεται στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης και φέρει εγχάρακτη διακόσμηση με βλαστό κισσού σε κύκλο που περιλαμβάνει μονόγραμμα με τεχνική niello . Ο δεύτερος δίσκος με την ίδια διάμετρο και τον ίδιο ακριβώς διάκοσμο φυλάγεται στη συλλογή του Dumbarton Oaks στην Ουάσιγκτον. Ο τρίτος δίσκος ,ε διάμετρο 25.5 εκ., όμοιος με τους δύο προηγούμενους, βρίσκεται στη Walters Art Gallery της Βαλτιμόρης.

Κοσμήματα από το δεύτερο θησαυρό της Λάμπουσας που φυλάγονται στο Κυπριακό Μουσείο

Στο Κυπριακό Μουσείο, στη Λευκωσία, φυλάγονται και διάφορα άλλα χρυσά αντικείμενα, κυρίως κοσμήματα, τα οποία προέρχονται από το δεύτερο θησαυρό της Λάμπουσας.

Στη φιλοτέχνηση των κοσμημάτων τα εργαστήρια της Κωνσταντινούπολης κατείχαν την πρώτη θέση χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα επαρχιακά υστέρησαν στην κατασκευή. Στα βυζαντινά κοσμήματα συγκαταλέγονται ζώνες, βραχιόλια, δακτυλίδια, σκουλαρίκια, περιδέραια και σταυροί, καθώς και διάφορα μετάλλια και φυλακτά. Τα μαργαριτάρια και οι ζωηρόχρωμοι πολύτιμοι λίθοι, το νίελλο και το σμάλτο συνδυάζουν την αίγλη τους με τη λάμψη του χρυσού και του αργυρού. Μερικά από τα χρυσά κοσμήματα που φυλάγονται στο Κυπριακό Μουσείο περιγράφονται πιο κάτω.

Το περιδέραιο που φαίνεται στη φωτογραφία αρ. 6 έχει μήκος 26 εκ. Αποτελείται από εφτά πέτρες αμέθυστου που εναλλάσσονται με μικρά μαργαριτάρια. Μεταξύ τους συνδέονται με λεπτά σύρματα χρυσού. Στις άκρες οι δύο μικροί κύκλοι της χρυσής πόρπης διακοσμούνται με διάτρητη τεχνική με δύο πουλιά. Ο σταυρός (διαστάσεων 7.5 Χ 6 εκ. ), που προέρχεται επίσης από το δεύτερο θησαυρό της Λάμπουσας, είναι φτιαγμένος με παχύ φύλλο χρυσού, διακοσμημένο με έκτυπο στιγμευτό περίγραμμα.

Με την ίδια τεχνική σημειώνεται στις κεραίες του σταυρού η γραφή ΎΠΕΡ ΑΝΑΠΑΥΣΕΩΣ ΤΩΝ ΨΥΧΩΝ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΝΗΣ ΤΗΣ ΣΟΛΟΜΩΝΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΙΣΣΙΝΗΣ’ .

Ξεχωριστή θέση κατέχουν τα χρυσά μετάλλια ή νομίσματα που κρεμούσαν από τα περιδέραια ή τις ζώνες. Η χρυσή πόρπη που φαίνεται στη φωτογραφία αρ. 7 φέρει νόμισμα του Ιουστινιανού Β΄και Τιβέριου Β΄με φυλλόσχημη απόληξη (μήκος 29 εκ.) φτιαγμένη από θηλιές ενωμένες με μικρούς οκτώσχημους κρίκους. Η πόρπη και η αλυσίδα είναι τμήματα δύο διαφορετικών κοσμημάτων. Τα βυζαντινά σκουλαρίκια δεν υστερούν από τα υπόλοιπα κοσμήματα σε ποικιλία σχεδίων και υλικών κατασκευής. Στο Κυπριακό Μουσείο φυλάγονται μερικά δείγματα αυτής της τέχνης. Ένας τύπος είναι αυτός που φαίνεται στη φωτογραφία αρ. 8 που ήταν γνωστός από τους τελευταίους Ρωμαϊκούς χρόνους. Αποτελούνται από στεφάνη με τέσσερα αγκίστρια που στο χαμηλότερο τους σημείο κρέμονται ισάριθμες μικρές αλυσίδες που καταλήγουν σε μαργαριτάρια (μήκος 7.5 εκ.). Από τους επικρατέστερους τύπους είναι τα σκουλαρίκια σε σχήμα ημισέλινου, τα οποία είναι όμοια όσον αφορά το εξωτερικό περίγραμμα, αλλά ποικίλουν ως προς την εσωτερική διακόσμηση από πολλά γεωμετρικά μέχρι και ζωικά μοτίβα. Χαρακτηριστικό δείγμα αποτελούν τα δύο διαφορετικά σκουλαρίκια της πρώιμης βυζαντινής περιόδου (6 ος – 7 ος αιώνας μ.Χ.), όπως φαίνεται στη φωτογραφία αρ.9. Στο ένα αποδίδεται, με διάτρητη τεχνική, σταυρός μέσα σε κύκλο ανάμεσα σε δύο αντικριστά παγώνια (μήκος 3.2 εκ.). Στο άλλο με την ίδια τεχνική αποδίδονται δύο πουλιά στραμμένα προς τα έξω και στο ενδιάμεσο, φυτικό μοτίβο (μήκος 5 εκ.).

Υπάρχουν διάφορες απόψεις για την προέλευση των κοσμημάτων της Λάμπουσας. Μερικοί υποστηρίζουν ότι προέρχονται από εργαστήρια εκτός Κύπρου, όπως της Συρίας ή της Αιγύπτου. Δεδομένου όμως ότι η τεχνική των κοσμημάτων ήταν πλατιά διαδεδομένη στο μεσογειακό χώρο κατά την προβυζαντινή περίοδο, πολλοί υποστηρίζουν ότι τα κοσμήματα αυτά φιλοτεχνήθηκαν στα εργαστήρια της Λάμπουσας, όπου η χρυσοχοΐα και αργυροχοϊα ήκμαζε την περίοδο αυτή.Τα πιο πάνω χρυσά κοσμήματα και μερικά άλλα που φυλάγονται στο Κυπριακό Μουσείο δεν ε΄να9 δυνατό να χρονολογηθούν επακριβώς. Ακολουθούν και αυτά την τεχνική και τεχνοτροπία της εποχής με βάση παλαιότερα πρότυπα της ελληνιστικής περιόδου.

Επίλογος

Το γενικό συμπέρασμα που μας δίνουν οι δύο θησαυροί της Λάμπουσας είναι ότι η Κύπρος ευδαιμονούσε κατά την προβυζαντινή περίοδο κι ιδιαίτερα κατά τον 6 ο και 7 ο αιώνα. Η Λάμπουσα ήταν μια ευημερούσα πόλη της εποχής εκείνης που ταυτόχρονα ήταν και η πρωτεύουσα μιας από τις δεκαπέντε επαρχίες της Κύπρου.

Η Λάμπουσα μπορεί να μην ξανάζησε το μεγαλείο και τη λάμψη που είχε την περίοδο από το 20 μέχρι τον 7 ο αιώνα μ.Χ., αλλά οι κάτοικοι κατάφεραν να ξαναγυρίσουν πίσω μετά από αιώνες προσφυγιάς, όταν το 965 μ.Χ. ο Νικηφόρος Φωκάς ελευθέρωσε την Κύπρο από τους Άραβες. Τα μόνα μνημεία τα οποία βρίσκονται σήμερα στην περιοχή της Λάμπουσας είναι οι ναοί της Αχειροποιήτου και του Αγίου Ευλαλίου, οι οποίοι υποδηλούν ότι οι κάτοικοι διατήρησαν την αίγλη και τη λάμψη της Λάμπουσας και μετά το 10 ο αιώνα μ.Χ.

Η πολιτεία και οι θησαυροί της Λάμπουσας αποτελούν σήμερα ένα ιστορικό παράδειγμα, το οποίο έχει αρκετά κοινά σημεία με τη συμφορά που δέχτηκε η Κύπρος τον Ιούλιο του 1974. Οι όμορφες κωμοπόλεις του Καραβά και της Λαπήθου δέχτηκαν ένα ανελέητο βαρύ πλήγμα, μαζί με την άλλη κατεχόμενη γη μας, από τους Τούρκους κατακτητές. Πολλοί κάτοικοι τις μέρες εκείνες ακολούθησαν το παράδειγμα των κατοίκων της Λάμπουσας που έκρυψαν μέσα στις αυλές και στα σπίτια τους χρυσά αντικείμενα και λεφτά σε πολλές περιπτώσεις, με την ελπίδα ότι μόλις κοπάσει το κακό του πολέμου θα γύριζαν πίσω να τα βρουν. Πέρασαν όμως πολλά χρόνια και οι ελπίδες στοιβάζονται κάθε χρόνο και πιο πολλές. Για μας ο πλούτος και η ιστορία της Λάμπουσας παραμένουν ιστορικό παράδειγμα και ταυτόχρονα ένα δυνατό μήνυμα για όλους. Ένα μήνυμα που πηγάζει από το γεγονός ότι οι κατακτητές έρχονται, λεηλατούν, αλλά σε γη που δεν τους ανήκει δεν μπορούν να ριζώσουν. Με αυτές τις σκέψεις καταπραΰνουμε τον πόνο της πικρής προσφυγιάς και ατενίζουμε με ελπίδα το μέλλον έχοντας πάντοτε στο νου μας ότι κανένας δεν μπορεί να σβήσει αυτόν τον ασίγαστο πόθο της επιστροφής που καίει στις καρδιές μας.

Με ψηλό το φρόνημα και ακλόνητη την πίστη δηλώνουμε ότι θα γυρίσουμε στη Λάμπουσα νικητές και συνεχιστές της παράδοσης που ξεκίνησαν και διατήρησαν οι πρόγονοί μας.